Η 4η δόση του εμβολίου

Και μια ματιά στην επιστήμη που τη συνοδεύει

man looking through a microscope
Photo by Edward Jenner on Pexels.com

Η Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών ενέκρινε για τη χώρα μας τη χορήγηση της τέταρτης δόσης του εμβολίου κατά της COVID-19. Η ισχυρή σύσταση για μία ακόμα ενισχυτική δόση στηρίζεται στα μέχρι τώρα επιστημονικά δεδομένα, σύμφωνα με τα οποία εμφανίζεται σημαντικό όφελος στην προστασία από σοβαρή νόσηση για τα άτομα ηλικίας άνω των 60 ετών. 

Από τις αρχές του 2022, με βάση τα δεδομένα της πανδημίας, πολλές ακόμα χώρες όπως η Αυστραλία, η Σιγκαπούρη, το Ισραήλ, η Χιλή, η Δανία, η Ουγγαρία, η Ταϊλάνδη, η Νότια Κορέα, η Βρετανία, η Σουηδία, το Βέλγιο, η Πολωνία και οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής προσφέρουν την τέταρτη δόση του εμβολίου σε ηλικιωμένους ασθενείς και ασθενείς που βρίσκονται σε ομάδες κινδύνου.

Όπως είναι αναμενόμενο, κάθε δόση εμβολίου συνοδεύεται τόσο από θετικές όσο και από αρνητικές αντιδράσεις, με τις τελευταίες συχνά να κολυμπούν στα νερά της ψευδοεπιστήμης. Σε αυτό το άρθρο θα δούμε τις μελέτες που βρίσκονται πίσω από την απόφαση της Επιτροπής για τη χορήγηση τέταρτης δόσης σε συγκεκριμένες ομάδες του πληθυσμού. 

Τέταρτη δόση και άτομα άνω των 60 ετών

Το Ισραήλ ήταν η πρώτη χώρα που ξεκίνησε να χορηγεί την τέταρτη δόση του εμβολίου (τεχνολογίας mRNA) σε άτομα άνω των 60 ετών καθώς και σε άτομα με υποκείμενα νοσήματα στις 2 Ιανουαρίου 2022. Η χορήγηση της τέταρτης δόσης σε υγειονομικό προσωπικό είχε ήδη ξεκινήσει από τον Δεκέμβριο 2021. Δικαίωμα για τέταρτη δόση έχουν όσοι ολοκλήρωσαν τον τριπλό εμβολιασμό τους πριν από τουλάχιστον 4 μήνες. 

Μία μελέτη1 απομόνωσε δεδομένα για περισσότερα από 1 εκατομμύριο άτομα άνω των 60 ετών που εμβολιάστηκαν με την τέταρτη δόση μεταξύ 15 και 27 Ιανουαρίου 2022. Την περίοδο εκείνη το επικρατές στέλεχος του SARS-CoV-2 στην κοινότητα ήταν το Όμικρον. Τα αποτελέσματα της μελέτης έδειξαν πως η τέταρτη δόση προστατεύει αποτελεσματικά έναντι της λοίμωξης αλλά και της σοβαρής νόσου. Πιο συγκεκριμένα, η τέταρτη δόση προσέφερε διπλάσια προστασία έναντι της λοίμωξης από τον ιό και τετραπλάσια προστασία έναντι της σοβαρής νόσησης με COVID-19, σε σύγκριση με την προστασία που είχαν τα ίδια άτομα 4 μήνες μετά την τρίτη δόση του εμβολίου. H προστασία από την τέταρτη δόση εμφανίστηκε αρχικά σε χαμηλά επίπεδα 3-7 ημέρες μετά τον εμβολιασμό αλλά μεγιστοποιήθηκε στις 12+ ημέρες. 

Μία άλλη μελέτη2,3 από το Ισραήλ εξέτασε την αποτελεσματικότητα της τέταρτης δόσης σε μικρότερες ηλικίες. 274 υγειονομικοί υπάλληλοι 18 ετών και άνω που είχαν εμβολιαστεί με την τρίτη δόση τουλάχιστον 4 μήνες πριν και είχαν επίπεδα IgG αντισωμάτων ≤700 BAU/ml πήραν μέρος στη μελέτη. Οι ερευνητές μελέτησαν σε πρώτη φάση την ασφάλεια και ανοσογονικότητα των mRNA εμβολίων της Pfizer και της Moderna ενώ σε δεύτερη φάση την αποτελεσματικότητά τους έναντι της λοίμωξης και της εκδήλωσης συμπτωματικής νόσου. 

Ως προς την ασφάλεια, δεν αναφέρθηκε καμία σοβαρή ανεπιθύμητη ενέργεια ως και τρεις εβδομάδες μετά τον εμβολιασμό. Τοπικές αντιδράσεις στο σημείο της ένεσης και συστημικές όπως πυρετός και μυαλγίες ήταν παροδικές με διάρκεια περίπου 1-4 ημέρες. Η τέταρτη δόση οδήγησε σε 10πλάσια περίπου αύξηση των εξουδετερωτικών αντισωμάτων τα οποία έφτασαν τα επίπεδα που εμφανίζονται μετά την τρίτη δόση. Το εμβόλιο της Moderna οδήγησε και σε αύξηση των ενεργοποιημένων Τ λεμφοκυττάρων. 

Τέταρτη δόση και άτομα 18-59 ετών

Η πρώτη μελέτη εξέτασε την προστασία της τέταρτης δόσης και σε νέους 20-59 ετών. Η ομάδα αυτή αφορούσε κυρίως υγειονομικούς υπαλλήλους και νέους με συνοδά νοσήματα. Παρόλα αυτά, δεδομένου πως η σοβαρή νόσηση σε αυτές τις ομάδες δεν είναι υψηλή, τα αποτελέσματα δεν μπόρεσαν να συγκριθούν με την προστασία από τις τρεις δόσεις.    

Η δεύτερη μελέτη έδειξε πως η προστασία από λοίμωξη μεταξύ νέων υγειονομικών υπαλλήλων δεν αυξήθηκε σημαντικά μετά τη χορήγηση της τέταρτης δόσης παρά την αύξηση των αντισωμάτων. Παρόλα αυτά, ανιχνεύτηκε αυξημένη αποτελεσματικότητα του εμβολίου έναντι της συμπτωματικής νόσου σε σύγκριση με την ασυμπτωματική. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με το υψηλό ιικό φορτίο των νέων ασθενών, δείχνουν πως η τέταρτη δόση ίσως έχει πραγματική σημασία μόνο για άτομα μεγαλύτερων ηλικιών και για ασθενείς που βρίσκονται σε ομάδες κινδύνου για εμφάνιση σοβαρής νόσου.    

Τέταρτη δόση και άτομα με ανοσοκαταστολή

Όπως έχουμε ήδη αναφέρει σε άλλο άρθρο (δες εδώ), ένας από τους λόγους που μερικά εμβόλια απαιτούν ενισχυτική δόση είναι πως οι προηγούμενες δεν ήταν αρκετές για να διεγείρουν το ανοσοποιητικό σύστημα τόσο όσο χρειάζεται για να προκύψει ισχυρή ανοσία. Κάτι τέτοιο συμβαίνει και με τους ανοσοκατεσταλμένους ασθενείς.

Εδώ και καιρό γνωρίζουμε πως άτομα με ανοσοκαταστολή όπως καρκινοπαθείς, μεταμοσχευμένοι ασθενείς, ασθενείς με πρωτογενή ανοσοανεπάρκεια και με HIV, διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο για εμφάνιση σοβαρής νόσου αν προσβληθούν από τον SARS-CoV-24. Επιπλέον, φάρμακα που χρησιμοποιούνται για την καταστολή του ανοσοποιητικού περιορίζουν τη χυμική ανοσία και οδηγούν σε μειωμένη απόκριση στον εμβολιασμό5.

Γι’ αυτό και η τέταρτη δόση έχει σημαντική αξία για τη συγκεκριμένη ομάδα του πληθυσμού.

Πόσες ακόμα δόσεις θα χρειαστούμε;

Αυτή είναι μία πολύ καλή ερώτηση που έχει μία ιδιαίτερα περίπλοκη απάντηση, την οποία δεν είμαι ειδικός να δώσω. Παρόλα αυτά, θα μοιραστώ μαζί σας τις σκέψεις μου σχετικά με το θέμα, χωρίς αυτό να αποτελεί κάτι περισσότερο από μία απλή εικασία.

Ο εμβολιασμός αποτελεί μία από τις σπουδαιότερες μεθόδους πρόληψης που διαθέτουμε. Πραγματοποιείται με στόχο την ανάπτυξη ανοσίας ενάντια σε ένα λοιμογόνο παράγοντα. Όταν μιλάμε για ανοσία, χοντρικά τη χωρίζουμε σε δύο επίπεδα. Το πρώτο, που το γνωρίζουμε πια πολύ καλά, είναι τα αντισώματα. Με τα εμβόλια ο οργανισμός μας παράγει αντισώματα ενάντια σε κάποιο παθογόνο, τα οποία κυκλοφορούν στο σώμα μας και είναι έτοιμα να πολεμήσουν το συγκεκριμένο βακτήριο ή ιό όταν έρθουν σε επαφή μαζί του και έτσι να αποτρέψουν τη λοίμωξη. Αποτρέποντας τη λοίμωξη αποτρέπεται και η νόσηση αλλά και η μετάδοση του παθογόνου σε άλλον οργανισμό.

Το πρόβλημα εδώ είναι πως τα αντισώματα κατά του SARS-CoV-2 λίγους μήνες μετά τον εμβολιασμό φθίνουν, με αποτέλεσμα να απαιτείται μία νέα επαφή με την ακίδα του, είτε μέσω νόσησης είτε μέσω μίας νέας δόσης του εμβολίου, ώστε τα αντισώματα να ανέβουν ξανά σε υψηλά επίπεδα.

Το δεύτερο επίπεδο της ανοσίας, για το οποίο δεν μιλάμε ακόμα πολύ, είναι η ανοσολογική μνήμη. Κάθε φορά που το ανοσοποιητικό μας ενεργοποιείται μετά τον εμβολιασμό, παράγει Β και Τ λεμφοκύτταρα μνήμης. Τα λεμφοκύτταρα αυτά ενεργοποιούνται άμεσα κάθε φορά που ο οργανισμός προσβάλλεται από το ίδιο παθογόνο για να το καταπολεμήσουν. Η μνήμη από μόνη της δεν μπορεί να αποτρέψει τη λοίμωξη, αλλά βοηθάει ώστε η νόσηση να είναι πιο σύντομη και πιο ήπια. Με βάση τα δεδομένα που διαθέτουμε μέχρι στιγμής, τα Β λεμφοκύτταρα μνήμης μετά τον πλήρη εμβολιασμό για την COVID-19 διατηρούνται για τουλάχιστον 8 μήνες, ενώ τα Τ λεμφοκύτταρα μνήμης για περισσότερο από 1 χρόνο6,7.

Στην παρούσα φάση, τα ποσοστά εμβολιασμού αλλά και η μεταδοτικότητα του στελέχους Όμικρον μας αναγκάζουν να χρειαζόμαστε και τα δύο επίπεδα της ανοσίας. Το στέλεχος Όμικρον μπορεί να είναι ηπιότερο από το Δέλτα, αλλά αυτό δε σημαίνει πως είναι ήπιο γενικά. Όσο πιο εύκολα και γρήγορα αυξάνονται τα κρούσματα, τόσο θα αυξάνεται και η μετάδοση και άλλο τόσο ο κίνδυνος να νοσήσει σοβαρά από τον ιό ένα άτομο που δεν είναι επαρκώς προστατευμένο. Δεδομένου πως δεν υπάρχει αποτελεσματική μέθοδος αντιμετώπισης της COVID-19 ακόμα που να απευθύνεται στον γενικό πληθυσμό, κρίνεται ακόμα πιο αναγκαίο να επενδύσουμε σε μία αποτελεσματική μέθοδο πρόληψης, όπως είναι τα εμβόλια.

Με τα πρόσφατα δεδομένα σχετικά με την τέταρτη δόση του εμβολίου αλλά και με τα ποσοστά του εμβολιασμού σταδιακά να ανεβαίνουν, φαίνεται πως πλησιάζουμε σε μία πιο ξεκάθαρη εικόνα σχετικά με το πόσες δόσεις εμβολίου τελικά θα χρειαστούν για κάθε ομάδα του πληθυσμού.

Γιάννης Οικονόμου

Βιβλιογραφία

1.            Bar-On, Y. M. et al. Protection by 4th dose of BNT162b2 against Omicron in Israel. http://medrxiv.org/lookup/doi/10.1101/2022.02.01.22270232 (2022) doi:10.1101/2022.02.01.22270232.

2.            Regev-Yochay, G. et al. 4th Dose COVID mRNA Vaccines’ Immunogenicity & Efficacy Against Omicron VOC. http://medrxiv.org/lookup/doi/10.1101/2022.02.15.22270948 (2022) doi:10.1101/2022.02.15.22270948.

3.            Regev-Yochay, G. et al. Efficacy of a Fourth Dose of Covid-19 mRNA Vaccine against Omicron. N. Engl. J. Med. NEJMc2202542 (2022) doi:10.1056/NEJMc2202542.

4.            Luxi, N. et al. COVID-19 Vaccination in Pregnancy, Paediatrics, Immunocompromised Patients, and Persons with History of Allergy or Prior SARS-CoV-2 Infection: Overview of Current Recommendations and Pre- and Post-Marketing Evidence for Vaccine Efficacy and Safety. Drug Saf. 44, 1247–1269 (2021).

5.            Sonani, B., Aslam, F., Goyal, A., Patel, J. & Bansal, P. COVID-19 vaccination in immunocompromised patients. Clin. Rheumatol. 1–2 (2021) doi:10.1007/s10067-020-05547-w.

6.            CDC. Science Brief: SARS-CoV-2 Infection-induced and Vaccine-induced Immunity. (2021).

7.            Moderna COVID-19 vaccine generates long-lasting immune memory. National Institutes of Health (NIH) https://www.nih.gov/news-events/nih-research-matters/moderna-covid-19-vaccine-generates-long-lasting-immune-memory (2021).

John Economou

Pharmacist, MSc

Απάντηση